Sunday, May 14, 2006

ιστορία μίας μητέρας

Είναι μία από τις πιο ανατριχιαστικές και παράξενες ιστορίες που έχω ακούσει. Μου την είπε πριν από μερικούς μήνες ένας γνωστός και αφορά ένα μικρό μόνο κεφάλαιο από την ιστορία μίας οικογένειας που έμεινε στο μυαλό μου μεγάλη και 'διακλαδωμένη' όπως οι οικογένειες στα μεγάλα μυθιστορήματα του Γκαμπριέλ Γκαρθία Μαρκέθ…


Συνέβη σε ένα κεφαλοχώρι της Μακεδονίας στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 50. Εκεί υπήρχε μία οικογένεια 5 ατόμων που την αποτελούσαν η μητέρα και τα 4 παιδιά της. Ο πατέρας είχε πεθάνει, δεν έχει τόσο σημασία που, και έτσι την ανατροφή των παιδιών την είχε αναλάβει μόνη της η χήρα.


Η χήρα ήταν τυχερή μέσα στην ατυχία της. Χωρίς να είναι πλούσια, είχε τα μέσα να παρείχε τα απαραίτητα (και ίσως κάτι παραπάνω) στα 3 κορίτσια και τον γιο της. Είχε δικό της σπίτι και μερικά χωράφια. Είχε και μερικά αδέρφια που όλο και κάτι τσόνταραν αν υπήρχε ανάγκη.


Από όλα τα παιδιά της Κυρά – Κωνσταντίνας η μεγάλη της κόρη ήταν αυτή που ξεχώριζε περισσότερο. Πανέμορφη. Έχω δει φωτογραφία της που τραβήχτηκε λίγο πριν από το τέλος της και η μορφή της έχει εντυπωθεί στο μυαλό μου σαν δείγμα μεγάλης ομορφιάς. Τα μάτια της ήταν τόσο αλλιώτικα από όλα τα μάτια που έχω δει ποτέ στην ζωή μου.

(μα τι συμβαίνει με τα μάτια των ανθρώπων εκείνης της εποχής; Γιατί ήταν τόσο διαφορετικά από τα μάτια των ανθρώπων τώρα; Τους τρόμαζε η διαδικασία της φωτογράφησης; Τα έκανε θλιμμένα η μεγαλύτερη δυσκολία της ζωής; ...Ο πόλεμος που είχε τελειώσει μόλις λίγα χρόνια πριν;)


Η Ελένη, έτσι την έλεγαν την πρωτότοκη, ήταν το καμάρι της μάνας της. Αυτό το έλεγε χύμα σε όλους, ακόμα και στα άλλα παιδιά της, ότι δηλαδή την αγαπούσε περισσότερο από εκείνα. Και είχε για αυτήν πολύ μεγάλα σχέδια.


Εκείνη την εποχή ο τρόπος των γονιών να κάνουν το καλύτερο για τα παιδιά τους ήταν να τα «δίνουν» σε ανθρώπους που ήταν οικονομημένοι. Έτσι και η κυρά – Κωνσταντίνα: Αν για τα παιδιά της είχε σαν σκοπό ζωής να φροντίσει να καλοπαντρευτούν για την Ελένη είχε σχέδιο να την δώσει στον καλύτερο που θα μπορούσε… Τόσο όμορφη κοπέλα δεν θα πήγαινε όπου και όπου… η ομορφιά πληρώνεται ακριβά… και όταν είναι μεγάλη ομορφιά πληρώνεται ακόμα ακριβότερα.


Η ιστορία δεν συνεχίζει πρωτότυπα: όσο η κυρά – Κωνσταντίνα μάζευε προίκα και έψαχνε τον καλύτερο γαμπρό για την κόρη της η Ελένη πρόλαβε να γνωριστεί με ένα παλικάρι από το χωριό και να σχετιστεί μαζί του.Πρώτη αγάπη και για τους δύο, μάλλον αν δεν τελείωνε όπως τελείωσε θα ήταν μία πολύ συνηθισμένη πρώτη αγάπη (κατά πάσα πιθανότητα δηλαδή θα ξεφούσκωνε γρήγορα).

Αλλά… η κυρά – Κωνσταντίνα έμαθε για το ρομάντζο της κόρης της με τον Σπύρο (έτσι έλεγαν τον νεαρό) και έβαλε σκοπό να το χαλάσει. Βλακωδώς ίσως, γιατί ο Σπύρος δεν ήταν φτωχαδάκι, θα μπορούσε να εξασφαλίσει μία καλή ζωή για την μελλοντική του γυναίκα, και είχε και φοβερή εργατικότητα που του έφερε μεγάλη προκοπή στην ζωή του. Πάντως η Κυρά – Κωνσταντίνα έξυπνη και κωλοπετσωμένη κατάφερε να λύσει το πρόβλημα με τον πιο ανώδυνο τρόπο… έπεισε τους γονείς του Σπύρου να τον στείλουν στην Αμερική σε ένα μακρινό θείο του, ξαφνικά. Τόσο ξαφνικά που δεν αποχαιρέτησε καν την κοπέλα του.


Η Ελένη, μικρή και ρομαντική, έπεσε σε μαύρη στεναχώρια. Έρεψε. Δεν έτρωγε, δεν έβγαινε, δε γελούσε, δε μιλούσε… στεναχωριέμαι που σκέφτομαι ότι κατά πάσα πιθανότητα το έβαλέ όλο αυτό μέσα της σαν προδοσία από τον Σπύρο, νομίζω δηλαδή ότι δεν έμαθε ποτέ πως η αναχώρησή του ήταν αποτέλεσμα πράξεων της μάνας της. Πίστεψε ότι ο Σπύρος το είχε σχέδιο να φύγει και δεν της το είχε πει…


Λίγο καιρό μετά, η Ελένη αυτοκτόνησε. Δεν θυμάμαι πως, μου είπε ο άνθρωπος που μου διηγήθηκε την ιστορία αλλά δεν το συγκράτησα. Η αυτοκτονία της έκανε πάταγο σε όλη την περιοχή… Η πιο πολυσυζητημένη κοπέλα, αυτή που όλοι ζήλευαν, να καταλήξει έτσι. Στην κηδεία ήρθαν χιλιάδες κόσμου.


Εκείνη την εποχή η αυτοκτονία ήταν μεγάλο στίγμα… (μήπως και τώρα δεν είναι όμως - πολλοί από τους "καλπάζοντες καρκίνους" που ακούμε να παίρνουν ξαφνικά ανθρώπους είναι στην πραγματικότητα αυτοχειρίες).Η Κυρά – Κωνσταντίνα εκτός από την θλίψη και τις ενοχές της έπρεπε να αντιμετωπίσει και αυτό. Ίσως ήταν κάτι που θα την δυσκόλευε να καλοπαντρέψει τα υπόλοιπα παιδιά της («η Μαρία; Στην οικογένειά της έχουν μία που αυτοκτόνησε…»). Αλλά η ζωή συνεχίζεται, τα χρόνια πέρασαν και το χωριό ξέχασε την υπόθεση.


3 χρόνια μετά από την ταφή της Ελένης ήρθε η ώρα να την ξεθάψουν για να βάλουν τα κόκαλα της στο οστεοφυλάκιο.

Όλη η οικογένεια πήγε στο νεκροταφείο για την σημαντική στιγμή. Η Κυρά Κωνσταντίνα με τα παιδιά κοιτούσαν από μία άκρη τους εργάτες που άνοιξαν τον τάφο και μετά έβγαλαν το φέρετρο και το ακούμπησαν στο χώμα. Η Κυρά - Κωνσταντίνα τους έδιωξε και άνοιξε το φέρετρο.

Η Ελένη άγνωστο γιατί δεν είχε λιώσει. Πάνω στα κόκαλα της υπήρχαν ακόμα μεγάλα κομμάτια μισοσαπισμένες σάρκες.


Η πρόληψη λέει ότι ο νεκρός που δεν λιώνει είναι μεγάλος αμαρτωλός και ο Θεός δεν θέλει να τον συγχωρέσει για αυτό το πολύ κακό που είχε κάνει όσο ζούσε. Η κυρά – Κωνσταντίνα με το που είδε άλιωτη την κόρη της φρίκαρε.


Κατάλαβε ότι αν μάθαιναν στο χωριό πως η Ελένη δεν είχε λιώσει, το στίγμα της αυτοκτονίας δεν θα έφευγε ποτέ από πάνω τους. Όλοι θα ψιθύριζαν πως ο Θεός δεν συγχώρησε την Ελένη για την μεγάλη αμαρτία της να αφαιρέσει μόνη της τη ζωή της.


Και ανέλαβε δράση. Άφησε τα 3 παιδιά να φυλάνε το φέρετρο της κόρης της και εκείνη πήγε σπίτι. Πήρε μία μεγάλη μεταλλική σκάφη και μερικά μαχαίρια και επέστρεψε στο νεκροταφείο.

Αυστηρά, χωρίς κουβέντα έδωσε από ένα μαχαίρι σε κάθε παιδί: και όλοι μαζί έσκυψαν πάνω από το ανοιγμένο φέρετρο που έζεχνε και έπαιρναν ένα ένα κόκαλο και έξυναν από πάνω του την σάρκα που είχε απομείνει.

Είχε βάλει μέχρι και τον 15χρονο γιο της να κάνει την δουλειά, να τελειώνουν μία ώρα αρχύτερα μην και τους πάρει κανένα μάτι.

Πράγματι μέσα σε 20 λεπτά είχανε τελειώσει… η Κυρά – Κωνσταντίνα φώναξε τους εργάτες (που τους είχε ζητήσει να φύγουν όσο «η οικογένεια θα κλαίει την πεθαμένη») και φρόντισε να δουν τα πεντακάθαρα κόκαλα της κόρης της. Ήξερε ότι θα έκαναν μία χαρά την δουλειά της να μιλήσουν για την κατάσταση τους.


(έμαθα και μερικές λεπτομέρεις για την ζωή των παιδιών που ήταν θείοι και θείες του ανθρώπου που μου είπε την ιστορία στην συνέχεια. Δεν θες να ξέρεις. Μεγάλη δυστυχία και θλίψη.Και τρέλα... γιατί; λες και οι οικογένειες με λιγότερο αποφασιστικές μανάδες δεν επιβίωσαν τις ίδιες δυσκολίες... )

6 comments:

Anonymous said...

Καλημπέεερα! Γιατί τόση μαυρίλα και ανατριχίλα πρωϊ πρωϊ; Κάτι ποιό δροσερό;

Μαρκησία του Ο. said...

Ανατριχιαστικό....

περίεργο πάντως, όταν δεν λιώνουν οι μοναχοί, λέμε ότι έχουν αγιάσει, ενώ οι κανονικοί άνθρωποι δεν λιώνουν επειδή είναι αμαρτωλοί....

(κουλαμάρες)

καλημέρα σου
μπεεεεεε

ΧΧΧ

Η Μικρή Ολλανδέζα said...

Τι ιστορία Ω μον ντιε!!!
Και μια μέρα μετα την γιορτή της μητέρας...και δεν με πήρες και τηλέφωνο....Αχ μωρό μου....λετσ τσιρ απ!

2 Shots of Happy, 1 Shot of Sad said...

Ανατρίχιασα...

Provato said...

crazy bitch from hell! Μπεεε kostas!

lacerta δροσερό βρίσκεις στο ψυγείο. άσε που ΕΓΩ το Post το άνεβασα χτες το βράδυ και όχι πρωί πρωί... μπεεεεε λέμε

μαρκησία, γαμώ τις παρατηρήσεις έκανες πάλι... αυτά τα σχόλιά σου δεν παίζονται... μπε και φιλί φιλί!

μπε και σε σένα 2 shots of happy one shot of sad. Γαμώ τα Νικ έχεις... :-))

Provato said...

Μικρή ολλανδέζα, δες τις αναπάντητές σου στο κινητό. ώρα 21 και 38. Αλλά καλά το λέω: στραβό καυλί αυχενικό τσιμπούκι. μπεεεεεεεεεεε