
το δεξί του χέρι είναι καρφωμένο στον αριστερή μου ωμοπλάτη
το αριστερό του είναι καρφωμένο στην δεξιά
έχει το πρόσωπο του κολλημένο πάνω στην πλάτη μου
κλαίει κλαίει κλαίει κλαίει κλαίει
τα σάλια από το στόμα του και τα δάκρυα του και οι πηχτές του μύξες τρέχουν πάνω στην πλάτη μου
κυλάνε μέχρι τον κώλο μου
αισθάνομαι αηδία για τον εαυτό μου
άνθρωποι έρχονται να μου μιλήσουν, χαμογελάνε
εγώ δεν μπορώ να τους πω κουβέντα, με πνίγει η αηδία
και μετά φεύγουν νομίζοντας ότι είμαι αηδιασμένος μαζί τους
και δεν μου ξαναμιλάνε ποτέ και λένε και στους άλλους να μην μου ξαναμιλήσουν
σιχαίνομα αυτό το υγρό βάρος πάνω στην πλάτη μου
τον σιχαίνομαι αυτό τον εσταυρωμένο που δεν πεθαίνει