Η Μέριλιν Ρόμπινσον είναι 68 χρόνων. Ιδιαίτερη φιγούρα, «πειραγμένη», όταν δεις φωτογραφία της δεν θα σου βγάλει την ηρεμία που (πιστεύουμε ότι πρέπει να) μας εμπνέουν οι μεγάλοι συγγραφείς. Μοιάζει ανήσυχη, νευρική. Τη διαφοροποιεί και κάτι ακόμα από τους περισσότερους μεγάλους της γραφής. Από το 1981, όταν στα 37 της εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο, έχει εκδώσει μόνο δύο ακόμα. Το δεύτερο, μάλιστα, έπειτα από 20 και περισσότερα χρόνια από το “Housekeeping”, το ντεμπούτο της. Με τρία μυθιστορήματα έχει κερδίσει παγκόσμιο σεβασμό. Όχι άδικα.
Το «Στο σπίτι», το τελευταίο της βιβλίο που εκδόθηκε στα ελληνικά πριν από μερικές εβδομάδες, μου λένε φίλοι που εργάζονται σε βιβλιοπωλεία ότι πουλάει καλά. Εκπλήσσομαι, ομολογώ. Πολύ. Πώς είναι δυνατόν ένα τόσο συμπυκνωμένο έργο, με πλοκή που υπολείπεται σε γεγονότα και γυρίσματα από τα περισσότερα best sellers της εποχής, με τόσο ξένο στην ελληνική νοοτροπία θέμα και κυρίως τόσο βαρύ (ο κόσμος θέλει να χαρεί, να γελάσει, να ξεφύγει, λένε όλοι) να πουλά και να συζητιέται τόσο; Άραγε, να χαρούμε; Η υψηλή, στιβαρή τέχνη βρήκε επιτέλους την εποχή και το κοινό της;
Είμαστε στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Η Γκλόρια, ύστερα από μία ερωτική ιστορία που την πλήγωσε βαθιά -τι πλήγωνε τότε; Να σε ατιμάζουν-, επιστρέφει απογοητευμένη στο πατρικό σπίτι, σε μια μικρή πόλη της αγροτικής Αμερικής. Εκεί ζει, μόνος πια, ο γέρος πατέρας της, συνταξιούχος ιερέας, που η δύναμη αλλά και η υγεία του τον εγκαταλείπουν και αφήνουν χώρο σε μία μόνιμη εξάντληση και ανημποριά. Αλλά και σε μια περίεργη νοητική κατάσταση εγκαρτέρησης, μα και άρνησης να παραδοθεί στα γηρατειά. Το σπίτι, ρημαγμένο, αφρόντιστο, γεμάτο μυστικά ντουλάπια και συρτάρια, είναι μια μεταφορά της ζωής και των δύο. Ρημαγμένοι είναι και αυτοί, γεμάτοι κλειστούς χώρους με μυστικά. Από άλλο δρόμο ο καθένας, αλλά στον ίδιο προορισμό έχουν φτάσει.
Και τότε εμφανίζεται ο Τζακ. Ο χαμένος για χρόνια ατίθασος γιος της οικογένειας. Εκείνος τον οποίο, όσο ρημαγμένος και να είσαι, δικαιούσαι να τον κοιτάζεις αφ’ υψηλού: Είναι κλέφτης, αλκοολικός, έχει κάνει φυλακή, δεν είχε έλθει καν στην κηδεία της μητέρας του. Ο άσωτος γίνεται δεκτός στην αρχή με δάκρυα λύτρωσης και χαράς. Τους είχε λείψει πολύ το χαμένο πρόβατο. Η χαρά τους που τον έχουν πάλι κοντά τους σβήνει κάθε αγωνία για την εποχή που ήταν εξαφανισμένος, κάθε ντροπή που είναι αυτός, ο γιος του ιερέα, κλέφτης, μεθύστακας.
Στη ζωή των οικογενειών, ωστόσο, τίποτε δεν μένει στατικό. Τίποτε δεν είναι όπως δείχνει. Τίποτε. Καθώς το μυθιστόρημα ξετυλίγεται, οι σχέσεις ανάμεσα στους τρεις πρωταγωνιστές αλλάζουν. Υποψιάζεσαι ότι ο μεγαλόψυχος πατέρας είναι πιο σκληρός από όσο δείχνουν τα δάκρυά του. Υποψιάζεσαι ότι ο εγωιστής άσωτος υιός πέφτει και ξαναπέφτει από ευαισθησία, παρά από ηδονή. Υποψιάζεσαι ότι η Γκλόρια έχει μια αγάπη άλλου είδους για τον αδελφό της…
Δεν είναι τυχαία η χρήση της λέξης «υποψιάζεσαι». Εκεί κρύβεται όλη η τέχνη της Ρόμπινσον: είναι η απαράμιλλη ικανότητά της να υπαινίσσεται. Στις 470 σελίδες του βιβλίου «Στο Σπίτι» τίποτε δεν είναι απλό και ξεκάθαρο. Ακόμα και οι περιγραφές της φύσης δίνονται με μια γλυκιά ρευστότητα που τα αφήνει όλα ανοιχτά. Τι τρυφερός τρόπος να βλέπεις τα πράγματα στην εποχή μας, αυτή τη γεμάτη δικτατορικές σιγουριές. Πόσο ενθαρρυντικά αισθάνεσαι διαβάζοντας ότι όλα είναι ρευστά, εύπλαστα και ότι μπορούν να σηκώσουν προσωπικές ερμηνείες… Τι υπέροχο βιβλίο!
Τεχνικά, το «Στο σπίτι» είναι εξαντλητική σταυροβελονιά. Από πού το καταλαβαίνεις; Από την ευκολία με την οποία διαβάζεται. Από την επιθυμία που σου αφήνει πολύ συχνά να ήξερες περισσότερα για εκείνον το χαρακτήρα, αυτή τη στιγμή, το άλλο γεγονός. Και κυρίως από την αίσθηση που σου χαρίζει ότι οι ώρες που του αφιέρωσες είναι πραγματικά ελάχιστες μπροστά στο χρόνο που κέρδισες σε απόλαυση, εμπειρία και σοφία.
Έχει αδύνατα σημεία το βιβλίο; Ασφαλώς. Πότε-πότε παραείναι ελλειπτικό και μια δύο φορές νιώθεις ότι επαναλαμβάνεται, αλλά μετά, όχι πολύ μετά, πιάνεις το κόλπο της Ρόμπινσον. Ξέρει καλά τι κάνει. Δεν είναι αθώα η επανάληψη. Δεν είναι αμέλεια ή κυνισμός ο υπαινιγμός της. Είναι εργαλεία που σε ρίχνουν στην παγίδα. Της ουσιαστικής βίωσης ενός βιβλίου, της συγκίνησης.
Η Ρόμπινσον είναι 68 χρόνων. Να ζήσει 1.000 χρόνια να γράφει βιβλία σαν και αυτό …έστω και ένα κάθε 20 χρόνια.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Metropolis στις 3 Μαίου 2012
No comments:
Post a Comment