Μέχρι εκείνη την στιγμή όλα ήταν συνηθισμένα στην ημέρα μου.
Κανονικά. Χωρίς εκπλήξεις. Ήρεμα. Είναι απόγευμα, βρίσκομαι στο δρόμο και όπως το συνηθίζω (εγώ ο πολυάσχολος, επιδέξιος
κώλος…) ελέγχω στο κινητό αν έχω e-mail.
Ξαφνικά,
την ώρα που πηγαίνω να πατήσω το πλήκτρο για να κλικάρω σε ένα Link στον browser, στο ελάχιστο δευτερόλεπτο πριν
η άκρη του δακτύλου μου ακουμπήσει το κουμπί στο καντράν του κινητού, το
τηλέφωνο αρχίζει να χτυπάει. Ένας φίλος με παίρνει τηλέφωνο. Από κεκτημένη
ταχύτητα, το δάχτυλό μου συνεχίζει την πορεία του και πατά το πλήκτρο, το οποίο
λειτουργεί ως πλήκτρο απάντησης στο τηλεφώνημα, σχεδόν ούτε 3 δευτερόλεπτα από
την στιγμή που το τηλέφωνό μου άρχισε να καλεί.
Με αξιοθαύμαστη ετοιμότητα, παρά το ότι πιάστηκα εξαπίνης
από τον ήχο κλήσης και πως στην πραγματικότητα δεν ήθελα να απαντήσω στο
τηλέφωνο αλλά να κλικάρω στο Link λέω: «καλώς το παιδί!!!!!».
Ο φίλος μου, αισθάνομαι, κομπιάζει. Το νιώθω μέσα από την
γραμμή του τηλεφώνου πως τον έχει εντυπωσιάσει πολύ, και όχι με την καλή έννοια, η ταχύτητα με την οποία
απάντησα στο τηλέφωνο. Δεν γνωρίζει φυσικά πως είναι κατά λάθος, και έτσι προφανώς εικάζει
ότι στεκόμουν σε επιφυλακή πάνω από το τηλέφωνο, συγκεντρωμένος, προσεκτικός,
αγκιστρωμένος, απελπισμένος για επικοινωνία. Πιστεύει ότι είχα ανάγκη πολύ να με πάρει
κάποιος, ότι ποθούσα να χτυπήσει επιτέλους το ρημαδοτηλέφωνο και γι αυτό με το
που άκουσα τον εκνευριστικό ήχο που έχω για ringtone πλακώθηκα να απαντήσω. Και
αυτή η μη αληθινή εικασία του, του έφερε αμηχανία… την οποία
αισθάνομαι, πραγματικά αισθάνομαι στο ακουστικό μου.
Αλλά την αφήνω ασχολίαστη. Χρειάστηκαν να περάσουν
κάμποσα λεπτά συνομιλίας για να απαλλαγεί ο συνομιλητής μου από το κάτι μεταξύ
φοβισμένου και ενοχλημένου ύφος του και να αρχίσει να μου μιλάει πιο κανονικά.
Όταν κλείσαμε όμως η απορία μου είχε μείνει… Γιατί σάλταρε ο φίλος
μου; Και, άραγε, (ξύπνησε ο μικρός επιστήμονας μέσα μου) και άλλοι θα
παραξενεύονταν αν απαντούσα στο τηλεφώνημα τους τόσο «απελπιστικά ταχέως»;
Αποφάσισα να το διαπιστώσω. Και έτσι για τις επόμενες ώρες, λίγο με προσοχή και
συγκέντρωση, περισσότερο με κέφι (λόγω των συμπερασμάτων) έκανα ένα πείραμα.
Είχα το νου μου στο κινητό ώστε με το που αισθανόμουν υποψία κλήσης να απαντάω
αμέσως και πολύ πολύ κεφάτα. Με ενθουσιασμό. Με ζέση. Με το που
αντιλαμβανόμουν την οθόνη της συσκευής να φωτίζεται, το χέρι μου, σαν
καλοεκπαιδευμένος Νίτζας, πεταγόταν, έπιανε το τηλέφωνο και πατούσε το πλήκτρο
απάντησης. Μέχρι να φτάσει το ακουστικό στο αυτί μου ήμουν σε πλήρη ετοιμότητα για να μιλήσω ορεξάτα, γεμάτος ενέργεια και χαρά.
Όμως, φευ, δεν ήταν το ίδιο χαρούμενη η απάντηση των συνομιλητών
μου. Όπως ακριβώς ο φίλος στον οποίο κατά λάθος είχα απαντήσει τόσο γρήγορα,
έτσι και οι υπόλοιποι, ακούσια μέλη του μυστικού πειράματος, στους οποίους το έκανα
μελετημένα και συστηματικά, με αντιμετώπισαν στην καλύτερη περίπτωση με αμηχανία,
και στην χειρότερη με λίγο φόβο. Ένας μου το έκλεισε, μάλιστα – αλλά δεν παίρνω
και όρκο πως ήταν λόγο του μικρού μου πειράματος.
Μετά το τέλος της μικρής μηχανορραφίας μου και αφού είχα επιβεβαιώσει ότι η ταχύτητα στην απάντηση αποσυντονίζει τον κόσμο (ή τουλάχιστον, τους φίλους μου) αναρωτήθηκα και θέλησα να αποκρυπτογραφήσω και να βρω τις αιτίες για την αντίδρασή τους. Τι τους ανατρίχιαζε; Ήταν ο απλός ,μηχανικός σχεδόν, λόγος πως όταν τηλεφωνείς σε κάποιον δεν περιμένεις να ανταποκριθεί στο δευτερόλεπτο (ναι, ήμουν τόσο καλός στην εκτέλεση του πειράματος) και όταν το κάνει σε πιάνει στον ύπνο; Ή μήπως ήταν κάτι βαθύτερο;
Θα μπορούσε για παράδειγμα να έχει σχέση με το γεγονός πως
οι περισσότεροι άνθρωποι αισθανόμαστε αμήχανοι μπροστά στην τρωτότητα του άλλου;
Έχω δίκιο να υποψιάζομαι ότι οι φίλοι μου τρόμαξαν επειδή υπέθεσαν ότι έχω
σαλτάρει, ότι έχω λαλήσει από την μοναξιά , ότι είμαι κομμάτια, πραγματικά πολύ
χάλια, μέχρι του σημείου να κλαίω πάνω από τηλέφωνο περιμένοντας να χτυπήσει
ώστε να μιλήσω επιτέλους σε κάποιον άνθρωπο; Και ακόμα...
Είναι δικαιολογημένη η πεποίθησή μου ότι η ανάγκη του άλλου μας αποξενώνει, ότι η απλή και μόνο, σχετικά αναίμακτη εκδήλωση της σε ένα λίγο πιο γρήγορο από το συνηθισμένο σήκωμα του τηλεφώνου είναι αρκετή ώστε να μας γεμίσει τρόμο και αμφιβολία για την κατάσταση του φίλου μας; Η αλήθεια είναι πως το έχω προσέξει πολλές φορές... Δεν είμαστε πολύ δυνατοί οι άνθρωποι μπροστά στην χύμα, απροκάλυπτη, χωρίς φιλτράρισμα εκδήλωση της ανάγκης του άλλου. Βλέπεις τον φίλο: θέλει να σε βλέπει καθημερινά, σε καλεί για καφέδες μέρα παρά μέρα, όταν δεν συναντηθείτε για δύο εικοσιτετράωρα κάνει σκηνή... όταν όμως του τηλεφωνήσεις ένα απόγευμα που ο χωρισμός, η ανεργία, τα χρέη, η κατάθλιψη, ο θάνατος της μαμάς σου σε έχει πάρει από κάτι και έχεις ανάγκη, πραγματική ανάγκη να τον ακούσεις... η αυτόματη, ανεξέλεγκτη, αντανακλαστική του αντίδραση είναι να υψώσει τοίχο. Να βάλει όριο. Να προστατεύσει από τον πληγωμένο τον ζωτικό του χώρο.
Αν είναι καλός φίλος θα το ελέγξει (όπως συμβαίνει με τους δικούς μου φίλους κατά κανόνα). Και θα σου σταθεί. Αλλά... γιατί η εκδήλωση ανάγκης προς τον άλλον τον "κλείνει"; Δεν ξέρω. Ίσως να υπερβάλλω και να το πολυαναλύω. Πάντως κανένας από τους αμήχανους φίλους δεν με ρώτησε για την περίεργη ετοιμότητά μου να σηκώσω το τηλέφωνο, ούτε την σχολίασε. Κάτι που από μόνο του με γεμίζει υποψίες... Όπως και να έχει, άμα θες να αναρωτηθείς για την ανθρώπινη φύση (σαν να μην σου έφταναν όλα όσα πρέπει να διαχειριστείς τον τελευταίο καιρό…) κάνε το πείραμα και απάντα γρήγορα. Θα εκπλαγείς.
Είναι δικαιολογημένη η πεποίθησή μου ότι η ανάγκη του άλλου μας αποξενώνει, ότι η απλή και μόνο, σχετικά αναίμακτη εκδήλωση της σε ένα λίγο πιο γρήγορο από το συνηθισμένο σήκωμα του τηλεφώνου είναι αρκετή ώστε να μας γεμίσει τρόμο και αμφιβολία για την κατάσταση του φίλου μας; Η αλήθεια είναι πως το έχω προσέξει πολλές φορές... Δεν είμαστε πολύ δυνατοί οι άνθρωποι μπροστά στην χύμα, απροκάλυπτη, χωρίς φιλτράρισμα εκδήλωση της ανάγκης του άλλου. Βλέπεις τον φίλο: θέλει να σε βλέπει καθημερινά, σε καλεί για καφέδες μέρα παρά μέρα, όταν δεν συναντηθείτε για δύο εικοσιτετράωρα κάνει σκηνή... όταν όμως του τηλεφωνήσεις ένα απόγευμα που ο χωρισμός, η ανεργία, τα χρέη, η κατάθλιψη, ο θάνατος της μαμάς σου σε έχει πάρει από κάτι και έχεις ανάγκη, πραγματική ανάγκη να τον ακούσεις... η αυτόματη, ανεξέλεγκτη, αντανακλαστική του αντίδραση είναι να υψώσει τοίχο. Να βάλει όριο. Να προστατεύσει από τον πληγωμένο τον ζωτικό του χώρο.
Αν είναι καλός φίλος θα το ελέγξει (όπως συμβαίνει με τους δικούς μου φίλους κατά κανόνα). Και θα σου σταθεί. Αλλά... γιατί η εκδήλωση ανάγκης προς τον άλλον τον "κλείνει"; Δεν ξέρω. Ίσως να υπερβάλλω και να το πολυαναλύω. Πάντως κανένας από τους αμήχανους φίλους δεν με ρώτησε για την περίεργη ετοιμότητά μου να σηκώσω το τηλέφωνο, ούτε την σχολίασε. Κάτι που από μόνο του με γεμίζει υποψίες... Όπως και να έχει, άμα θες να αναρωτηθείς για την ανθρώπινη φύση (σαν να μην σου έφταναν όλα όσα πρέπει να διαχειριστείς τον τελευταίο καιρό…) κάνε το πείραμα και απάντα γρήγορα. Θα εκπλαγείς.
10 comments:
Πάντως όταν μου έχει τύχει ιδιαίτερα με τη φιλενάδα μου, το σχολιάζει γελώντας, δεν το έχω παρατηρήσει ποτέ έτσι. Βρε λες;
Αυτό κυρίες και κύριοι ήταν ένα υπέροχο χρονογράφημα. Πόσο μ'αρέσεις όταν γράφεις έτσι!
ΥΓ 1. Οι άνθρωποι κλείνονται μπροστά στην ανάγκη του άλλου γιατί φοβούνται ότι θα τους ζητήσεις περισσότερα από όσα θέλουν να δώσουν. Ορθότατη η διαπίστωσή σου.
ΥΓ 2. Η υπόκρουση στο ποστ
http://youtu.be/IZYtYPxFYSw
Magnificent! (As usual. :-P )
πωπω ολόκληρη ψυχολογική έρευνα μπορεί να σταθεί σε αυτό!!!
Καλημέρα!
αχ πολλή ανάλυση για μια μικρή Κίχλη πρωι πρωί....
...αλλά θα το σκεφτώ ;)
προβατέλι, να σου πω την αλήθεια... δεν ακτάλαβα τίποτα! χαχχαχαχαχαχαχαχχαχαχα!
Προσωπικά θα σκεφ΄τομουν ότι απλώς αυτός που ακούει αυτό το άμεσο και υπερχαρούμενο "ναι;", σκέφτεται ότι με κάποιον ,μιλάς τετ α τετ και ψιλογελάτε, και ΄σηκωσες το τηλέφωνο εν μέσω αυτής της χαρούμενης κουβέντας. Δεν θα το ανέλυα.
(ο νίντζας είναι ξαδερφος του Τζήζας;)
μισό λεπτό να σου στείλω το κινητό μου γιατί θέλω να με πάρεις και να σου απαντήσω πολύ γρήγορα και να σου πω "μου έλειψες λιγάκι" και να το κλείσουμε. :-)
Προβατέλι αρχικά φιλί: σμουτς!
Νομίζω ότι αν κάποιος μου απαντούσε στην κλήση σε μισό δευτερόλεπτο, απλά θα ένιωθα έκπληξη γιατί είναι καρασπάνιο. Τώρα εγώ είμαι και σίμπλ μάιντεντ, δεν πάει ο νους μου στο κακό τόσο πολύ.
Τώρα στο γιατί υψώνουμε τον τοίχο: όσο κολλητός και να είσαι με τον άλλον στα εύκολα, τα δύσκολα είναι που το επιβεβαιώνουν. Μέσα στα δικά μας προβλήματα, το να σηκώσουμε το βλέμμα στα προβλήματα του άλλου και να τα ακούσουμε χωρίς να τα συγκρίνουμε με τα δικά μας, είναι ζόρικο.
Α χόουπ άι μέικ σένσ.
γιατι παντα με αγνοεις;
Καλό το πείραμα αλλά τρε π(ι)ασέ ;)
Κάθε φορά (οκ, δεν είναι πολλές :Ρ) που μου απαντάς γρήγορα σε κλήση, σε κοροϊδεύω!
χαχαχαχαχα
Post a Comment